Τα μοναστήρια στην περιοχή του Τροόδους

Μονή Κύκκου
 

Το Μοναστήρι της Παναγίας του Κύκκου ιδρύθηκε γύρω στα τέλη του ενδέκατου αιώνα από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο τον Α΄ τον Κομνηνό (1081-1118).

Πανοραμική άποψη της Μονής

Σύμφωνα με την παράδοση που αναφέρεται στην ίδρυση του Μοναστηριού, σε ένα σπήλαιο στα βουνά του Κύκκου ζούσε ένας ενάρετος ερημίτης ονομαζόμενος Ησαίας. Μια μέρα ο βυζαντινός διοικητής του νησιού Μανουήλ Βουτομίτης που παραθέριζε σε χωριό της Μαραθάσας, βγήκε για κυνήγι και χάθηκε στο δάσος. Εκεί συνάντησε το μοναχό Ησαία από τον οποίο ζήτησε να του δείξει το δρόμο της επιστροφής. Ο ασκητής όμως δεν απαντούσε στις ερωτήσεις του αποφεύγοντας τα εγκόσμια. Ο Βουτομίτης τότε οργισμένος έβρισε και κακοποίησε τον ασκητή.
 
Η είσοδος της Μονής

Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Βουτομίτης αρρώστησε με ανίατη ασθένεια. Τότε θυμήθηκε πόσο απάνθρωπα συμπεριφέρθηκε στον Ησαία και παρακάλεσε το Θεό να τον θεραπεύσει για να πάει να ζητήσει προσωπικά συγχώρεση. `Ετσι και έγινε. Ο Θεός όμως επισκέφτηκε και το μοναχό και του απεκάλυψε ότι όλα όσα έγιναν ήταν θέλημα Θεού και τον προέτρεψε να ζητήσει από το Βουτομίτη να φέρει στην Κύπρο την εικόνα της Παναγίας που ζωγράφισε ο Απόστολος Λουκάς και που φυλασσόταν στο αυτοκρατορικό παλάτι στην Κωνσταντινούπολη.

Εσωτερικός διάδρομος της Μονής

Όταν ο Βουτομίτης άκουσε την επιθυμία του Ησαία του φάνηκε απραγματοποίητη. Ο Ησαίας όμως του εξήγησε ότι ήταν θέλημα Θεού και συμφώνησαν να ταξιδέψουν μαζί στην Κωνσταντινούπολη. `Ετσι και έγινε. Ο καιρός όμως περνούσε και ο Βουτομίτης δεν έβρισκε την κατάλληλη ευκαιρία για να παρουσιαστεί στον αυτοκράτορα και να ζητήσει την εικόνα. Ξαφνικά η κόρη του αυτοκράτορα αρρώστησε με την ίδια ασθένεια που είχε προηγουμένως αρρωστήσει ο Βουτομίτης. Ο Μανουήλ τότε παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα Αλέξιο, του διηγήθηκε την προσωπική του περιπέτεια με το μοναχό Ησαία και την ασθένεια του και τον διαβεβαίωσε ότι η κόρη του θα θεραπευθεί αν στείλει στην Κύπρο την εικόνα της Παναγίας. Ο αυτοκράτορας, μη έχοντας άλλη επιλογή, δέχτηκε. Αμέσως η κόρη του θεραπεύτηκε. Ο αυτοκράτορας όμως, μη θέλοντας να αποχωριστεί την εικόνα της Παναγίας, διάταξε ένα ζωγράφο να του φιλοτεχνήσει αντίγραφο της εικόνας, με σκοπό να στείλει αυτό στην Κύπρο. Το βράδυ όμως εμφανίστηκε στον ύπνο του η ίδια η Θεοτόκος και του ανακοίνωσε ότι είναι θέλημα της να σταλεί στην Κύπρο η εικόνα της και να κρατήσει για τον εαυτό του το αντίγραφο.

Εσωτερική αυλή της Μονής

Σύμφωνα με την παράδοση, κατά την πορεία της εικόνας από τα παράλια του νησιού προς τα βουνά του Τροόδους, τα δέντρα, συμμετέχοντας στην υποδοχή, έκλιναν ευλαβικά τα κλαδιά τους. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, πουλί με ανθρώπινη λαλιά πετούσε στην περιοχή του Κύκκου και τραγουδούσε:
"Κύκκου Κύκκου το βουνί μοναστήρι θα γενεί
μια χρυσή Κυρά θα μπει και ποτέ της δε θα βγει".

Με χρήματα που χορήγησε ο αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός, κτίστηκε ο ναός και το μοναστήρι της Παναγίας του Κύκκου και εκεί τοποθετήθηκε και η εικόνα της Παναγίας.

Η Παναγία του Κύκκου συνδέθηκε με την ανομβρία που μάστιζε κατά περιόδους το νησί και απειλούσε με αφανισμό τους κατοίκους του νησιού. Η βροχοποιός δύναμη της θαυματουργής Εικόνας που ζωγράφισε ο Απόστολος Λουκάς, ήταν ευρύτατα γνωστή ανάμεσα στο λαό, από την περίοδο της λατινοκρατίας. Μια από τις πρώτες μαρτυρίες που σώζονται για το θέμα αυτό είναι σε έγγραφο των αρχών της δεκαετίας του 1550, όπου το μοναστήρι του Κύκκου αποκαλείται "Αγία Μαρία της Βροχής" και υπογράφεται από τον τότε ηγούμενο της Μονής, Συμεών.

Το Μοναστήρι του Κύκκου είναι σήμερα ένα από τα λαμπρότερα και σπουδαιότερα Μοναστήρια του νησιού με χιλιάδες προσκυνητές που συρρέουν ολόχρονα από όλο το νησί για να προσκυνήσουν την Ιερή εικόνα της Παναγίας του Κύκκου.

Παράλληλα το Μοναστήρι έχει αναπτύξει μια πλούσια πνευματική και πολιτιστική δράση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το θαυμάσιο Μουσείο της Μονής, το Κέντρο Μελετών και το Κέντρο Θησαυρού Κυπριακής Ελληνικής.

Μουσείο Ιεράς Μονής Κύκκου

 
Το Μουσείο της Ιεράς Μονής Κύκκου ιδρύθηκε από τον ηγούμενο της Μονής κ. Νικηφόρο. Πρόκειται για ένα μουσείο που αποτελεί μέρος της ίδιας της Μονής, όπως το σκευοφυλάκιο, και παρουσιάζει τα αντικείμενά του, εικόνες, ιερά σκεύη, ξυλόγλυπτα, άμφια, κεντήματα, χειρόγραφα και άλλα, ως μέρος της ζωντανής λατρείας και της ιστορίας της Μονής. Στο Μουσείο της Ιεράς Μονής Κύκκου εκτίθενται ανεκτίμητα εκκλησιαστικά κειμήλια, τα οποία αποθησαύρισε ο ζήλος και η φιλοτιμία των μοναχών και τα οποία διαφύλαξε υπό τη σκέπη της η Μονή της Παναγίας του Κύκκου στα εννιακόσια τόσα χρόνια της ιστορικής της πορείας.

Η εικόνα της Παναγίας του Κύκκου
Ο εκθεσιακός χώρος, είναι πλούσια διακοσμημένος, ώστε να εκφράζει την αίγλη και αρχοντιά της Βυζαντινής αυτοκρατορίας με την οποία συνδέεται άμεσα η Μονή αφού ιδρυτής της θεωρείται ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός (1081-1118). "Τα πατώματα των χώρων του Μουσείου είναι καλυμμένα με γρανίτες διαφόρων χρωμάτων και μάρμαρα, ενώ οι οροφές είναι επενδυμένες με ξύλο καρυδιάς, εμπλουτισμένο με ξυλόγλυπτες διακοσμήσεις και επιχρυσώσεις. Επιμέρους μαρμαροθετήματα με εικονιστικά συμβολικά θέματα, λιθανάγλυφα και τοιχογραφίες επιτείνουν τη διακόσμηση. H όλη ατμόσφαιρα του εκθεσιακού χώρου, με πλούσια υλικά, τον αρμόζοντα φωτισμό, τη βυζαντινή μουσική υπόκρουση, καθώς και τα μοναδικά εξαιρετικά αντικείμενα, τα πλείστα των οποίων είναι κατασκευασμένα από πολύτιμα υλικά, χρυσό, άργυρο, σμάλτο, ελεφαντόδοντο, μετάξι, πορφύρα, μαργαριτάρια και άλλους λίθους, υποβάλλουν τον επισκέπτη, βοηθώντας τον να μεταφερθεί νοερά σε παλαιούς καιρούς και να αναπλάσει στη σκέψη του τη δόξα και το μεγαλείο του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας".

Το Κέντρο Μελετών

Το Κέντρο Μελετών της Ιεράς Μονής Κύκκου ιδρύθηκε το 1986 από τον ηγούμενο της Μονής κ. Νικηφόρο. Στόχος του Κέντρου είναι η προώθηση της επιστημονικής έρευνας και η διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς και ιστορικής μνήμης της Κύπρου. Το Κέντρο Μελετών στεγάζεται στα αναπαλαιωμένα κτίρια της Μονής Αρχαγγέλου και περιλαμβάνει βιβλιοθήκη και Αίθουσα Τελετών. Οι ερευνητές του Κέντρου ασχολούνται με την έκδοση του πλούσιου αρχείου της Μονής και τη συλλογή ανέκδοτου αρχειακού υλικού από βιβλιοθήκες και αρχεία της Κύπρου και του εξωτερικού. Το Κέντρο έχει και αξιόλογη εκδοτική δραστηριότητα.

Το Κέντρο Θησαυρού Κυπριακής Ελληνικής


Το Κέντρο Θησαυρού Κυπριακής Ελληνικής ιδρύθηκε από τον ηγούμενο Κύκκου κ. Νικηφόρο και ανήκει στην Ιερά Μονή Κύκκου. Στόχος του Κέντρου είναι η ηλεκτρονική καταγραφή της ελληνικής γραμματείας και κάθε ελληνικού γλωσσικού υλικού της Κύπρου από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα και η δημιουργία μιας βάσης δεδομένων με το υλικό αυτό.



Πηγή: http://www.odyssey.com.cy

Μονή Τροοδίτισσας

Η Ιερά Μονή της Τροοδιτίσσης κατέχει εξέχουσα θέση μεταξύ των Κυπριακών Μονών, όχι μόνο για την αξιοθαύμαστη φυσική ωραιότητα, η οποία την περικοσμεί, αλλά και για την αξιόλογη παλαιότητά της, για τον πλούτο των ζωγραφικών καλλιτεχνημάτων της και, συν τούτοις, για την σιωπηρή δράση, την οποία με ζήλο ανέπτυξε και αναπτύσσει, παρά τις αλλεπάλληλες δυσχερείς περιστάσεις.





Η Μονή

Κτισμένη ψηλότερα από όλες τις Μονές του Νησιού, 1370 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, βασιλεύει μέσα στην τερπνότατη πευκοσκεπή αγκάλη του Τροόδους, του αγέρωχου αυτού Κυπριακού Ολύμπου· γι’ αυτό και προσφυέστατα έχει ονομαστεί «Τροοδίτισσα».

Παράδοση και ιστορία προσφέρουν αδιασάλευτη στήριξη στην σεβαστή αρχαιότητα της Μονής. Άρχισε το θείον έργο της ως ασκητικό σπήλαιο, μέσα στην φρικτή καταιγίδα της

εικονομαχίας και των αραβικών επιδρομών, και το συνέχισε επί μακρούς αιώνες ως σεβάσμιο οργανωμένο κέντρο μοναχικής άθλησης και γενικότερης εκκλησιαστικής και εθνικής δράσης. Η Τροοδίτισσα έχει δείξει αδάμαστη αντοχή σε κάθε εναντιότητα, επέζησε μέσα από την Φραγκική καταδυνάστευση, υπερενίκησε τον διαλυτικό φανατισμό της Τουρκικής αλλοδοξίας, και με επαινετή ευστάθεια συνεχίζει τον καλό αγώνα της μοναστηριακής παράδοσης.
Ο δρόμος προς τη Μονή

Κατά τούς χρόνους της εικονομαχίας, πολλοί ζηλωτές Μοναχοί έφυγαν κρυφά σε χώρες που δεν ίσχυε η θέληση του εικονομάχου Αυτοκράτορα. Η παράδοση προσθέτει ειδικότερα ότι ο Μοναχός, που είχε μαζί του μία εικόνα της Παναγίας, που αργότερα ονομάστηκε Τροοδίτισσα, κατέφυγε στο Ακρωτήρι της Λεμεσού στην Μονή του Αγίου Νικολάου, κατά το έτος 762. Ο Μοναχός έμεινε στην ονομαστή αυτή Μονή του Ακρωτηρίου εικοσιπέντε περίπου χρόνια, δηλαδή μέχρι το 787. Κατά το έτος εκείνο κατέπαυσε ο πρώτος σάλος της εικονομαχίας.

Άποψη της Μονής από τον διπλανό λόφο





Ο μοναχισμός άρχισε και πάλιν να ανθεί, ο δε φυγάς Μοναχός έκρινε ότι ήρθε και γι’ αυτόν ο καιρός της ήσυχης επί των ορέων ασκητικής ζωής.


Στην εκπλήρωση του ευσεβούς αυτού πόθου του τον βοήθησε η ίδια η Παναγία της οποίας το ιστορικό ζωγραφισμένο ομοίωμα διαφύλαττε με τόση στοργή αφού του παρουσιάστηκε καθ ύπνον, και του υπέδειξε να μεταφέρει την εικόνα και την μοναχική του σκήτη στον τόπο, πάνω από τον οποίο θα έβλεπε στήλη πυρός.

Η είσοδος της Μονής
Ο ασκητής αποχαιρέτησε τούς Μοναχούς του Αγίου Νικολάου και, κρατώντας καλά τυλιγμένο τον ιερό του θησαυρό, ξεκίνησε κατευθυνόμενος προς το μυστηριώδες φως, το οποίο έλαμπε στην πλαγιά του Κυπριακού Ολύμπου. Πέρασε μέσα από τις καλλιεργημένες εκτάσεις, προχώρησε στα ακατοίκητα δασώδη ύψη και, χωρίς δυσκολία, κάτω από την ασφαλή οδηγία της θεϊκής πύρινης στήλης, έφθασε στο σπήλαιο, το μέχρι σήμερα γνωστό ως «το Σπήλαιον της Τροοδιτίσσης».

Στο ειρηνικό και απόκοσμο αυτό Σπήλαιο έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του ο Μοναχός, μέσα στα χιόνια και τις καταιγίδες, αφιερωμένος στην προσευχή, νηστεία και μελέτη των Ιερών Συγγραμμάτων, και προσφέροντας την ανεκτίμητη εικόνα προς ασπασμό στους κατ αρχάς λίγους και συνεχώς περισσότερους ευσεβείς προσκυνητές, οι οποίοι προσέρχονταν για να ακούσουν για την θαυμαστή διάσωσή της και να προσφέρουν φόρο τιμής στον σεβάσμιο Ασκητή.





Η εικόνα της Παναγίας

Αργότερα ο Μοναχός πέθανε και τάφηκε έξω από το Σπήλαιο, χωρίς να αξιωθεί να κτίσει Μονή, όπως το ποθούσε, για να στεγάσει με πλήρη ασφάλεια την εικόνα του, η οποία φημιζόταν πλέον ως «η Παναγία η Τροοδίτισσα».
Τα χρόνια περνούσαν και η εικόνα της Παναγίας έμενε μόνη μέσα στο Σπήλαιο. Κατά το έτος 990 περίπου ευσεβής βοσκός από χωριό που ονομαζόταν Αφαμης, διέκρινε φως κάθε βράδυ μεταξύ βράχων ψηλά στο Τρόοδος. Ήταν βέβαιος ότι δεν επρόκειτο για συνηθισμένο φως. Ανέφερε το γεγονός της μυστηριώδους εκείνης λάμψης και σε άλλους και με υπόδειξη των εκκλησιαστικών Αρχών ξεκίνησε μία ομάδα διερεύνησης συνοδευόμενη από ιερέα. Η αναρρίχηση στους βράχους την νύκτα ήταν δύσκολη, αλλά το φως έλαμπε όπως το Αστέρι που είδαν οι Μάγοι στην Ανατολή, και οδηγούσε την ομάδα στον δρόμο της, μολονότι κατά διαστήματα εχάνετο. Όταν έφθασαν προ του Σπηλαίου, είδαν ότι κανένας δεν κατοικούσε εκεί ούτε υπήρχαν ορατά ίχνη χειρός η ποδός ανθρώπου, ένα κανδήλι όμως κρεμασμένο από τον βράχο έκαιε μπροστά από μία ωραιότατη εικόνα της Παρθένου Μαρίας.

Η σκάλα προς το σπήλαιο
Η ανακάλυψη του Σπηλαίου με την σεβάσμια εικόνα της Παναγίας και με το θαυμαστό φως συγκίνησε τούς ευσεβείς χριστιανούς και αποφασίστηκε, ως επιβεβλημένη πλέον, η ίδρυση Μοναστηριού πλησίον του ιερού Σπηλαίου.


Προσλήφθηκαν κτίστες από τα πλησίον χωριά και η εργασία της θεμελίωσης της νέας Μονής άρχισε, παρά τα εμπόδια στα οποία προσέκρουε, λόγω της μεγάλης κατωφέρειας που σχημάτιζε το έδαφος και της σκληρότητας των βράχων, η οποία καθιστούσε την χρησιμοποίησή τους δύσκολη και δαπανηρή.


Το απαραίτητο νερό για την κατασκευή του πηλού μεταφερόταν μέσα σε στάμνες από τον μικρό ποταμό ο οποίος τρέχει σε μικρή απόσταση ανατολικά του Σπηλαίου. Αόρατη όμως δύναμη εμπόδιζε την μεταφορά, διότι οι στάμνες διαρκώς γλιστρούσαν από τούς ώμους των εργατών και κομματιάζονταν πάνω στους βράχους. Γενικότερα, δεν σημειωνόταν καμιά πρόοδος στο έργο της ανοικοδόμησης, διότι η οικοδομή την οποία οι εργάτες εκτελούσαν την ημέρα έπεφτε την νύκτα και το πρωί παρουσιαζόταν σωρός ερειπίων. Τι έπρεπε να γίνει;

Το σπήλαιο
Κάποιο πρωί, μια στάμνα γεμάτη καθαρό νερό ανακαλύφθηκε προς τα δυτικά του Σπηλαίου, κάτω στο γωνιακό κοίλωμα που σχηματίζεται από την προσέγγιση των λόφων. Ήταν φανερό πλέον ότι Άγγελος Κυρίου είχε τοποθετήσει εκεί την στάμνα αυτή του νερού, για να φανερώσει το σημείο που κρυβόταν πηγή και που υπήρχε ευνοϊκή θέση για το νέο Μοναστήρι. Έσκαψαν και ανακάλυψαν την ελπιζόμενη πηγή, και στο πλησίον αυτής ισοπέδωμα άρχισαν χωρίς αναβολή την θεμελίωση της Μονής. Το έργο δεν εμποδίστηκε

πλέον· οι τοίχοι δεν έπεφταν κατά την νύκτα, διότι το νέο Μοναστήρι κτιζόταν στον τόπο της θείας εκλογής. Μόλις συμπληρώθηκε το κτίσιμο του Ναού, τοποθετήθηκε μέσα σ’ αυτόν με λαμπρή τελετή η Τροοδίτισσα Παναγία του Σπηλαίου.

Τον ιερό αυτό Ναό τον πυρπόλησαν οι Τούρκοι κατακτητές κατά το έτος 1585, μαζί δε με αυτόν και ολόκληρη την Μονή. Οι Μοναχοί με μεγάλη δυσκολία κατόρθωσαν να διασωθούν μέσα στο δάσος, θρηνούντες την μεγάλη συμφορά τους. Ο τότε ηγούμενος της Μονής Παρθένιος, βοηθούμενος από τούς Μοναχούς του και από τις γύρω Κοινότητες, προέβη και πάλι στην ανοικοδόμηση της Μονής. Έκτισε κελιά και ξενώνα και ανήγειρε εκ βάθρων τον σεβάσμιο της Παναγίας Ναό. Στον νέο αυτό Ναό, μέσα σε σκαλιστό πλαίσιο, έστησε την παλαιά θαυματουργό εικόνα της Παναγίας, η οποία, μετά την πυρκαγιά, βρέθηκε καλά φυλαγμένη κάτω από μια μηλιά του κήπου της μονής.





Ο Τάφος του Ασκητή


Δυστυχώς και ο ιερός εκείνος Ναός κάηκε κατά τα τέλη του 1842 εξ απροσεξίας, από κερί που λησμονήθηκε μέσα σ’ αυτόν αναμμένο· τότε δε εκτός από πολλές εικόνες και οστά Μαρτύρων και Αγίων και παλαιών εγκολπίων, αποτεφρώθησαν και τα έγγραφα των προνομίων της Μονής, τα οποία μαζί με άλλα κειμήλια φυλάσσονταν μέσα στο Ιερό, εντός ξύλινης θήκης.

Χωρίς αναβολή, με την φροντίδα του δραστήριου Ηγουμένου Μελετίου, άρχισε να κτίζεται νέος Ναός, ο μέχρι σήμερα διατηρούμενος τρίκλιτος, ευρυχωρότερος βεβαίως του παλαιού, για να επαρκεί στον συνεχώς αυξανόμενο αριθμό των προσκυνητών, τούς οποίους προσείλκυε η φήμη της παλαιάς θαυματουργού εικόνος.
 
Η αυλή της Μονής

Κατά το έτος 1939, απεβίωσε ο Ηγούμενος της Μονής Ιάκωβος. Τότε, ο Μητροπολίτης Πάφου Λεόντιος μετέτρεψε το σύστημα της λειτουργίας της Μονής από Ιδιόρρυθμο σε Κοινοβιακό, αφού κάλεσε για τον σκοπό αυτό Μοναχούς από την Μονή Σταυροβουνίου, με Προϊστάμενο τον Οσιώτατο Μοναχό Δαμασκηνό. Μετά από τρία έτη απεβίωσε και ο Προϊστάμενος Δαμασκηνός και έγινε Ηγούμενος ο Αρχιμανδρίτης της Παγκράτιος, τον οποίο εκάλεσαν από το Πατριαρχείον Αλεξανδρείας.
 
Ο δρόμος δίπλα από τη Μονή
Η γραφική Τροοδίτισσα, ως Κοινόβιο, ανέκτησε στα χέρια του Ηγουμένου Παγκρατίου τον ρυθμό της ομαλής δραστήριας Μοναχικής ζωής και φαινόταν σαν μια όαση μέσα στην έρημο, που ανάπαυε τους ευσεβείς προσκυνητές και επισκέπτες της. Τον Απρίλιο του 1968 ανεπαύθη εν Κυρίω ο Ηγούμενος Παγκράτιος και αντί αυτού ανέλαβε την ηγουμενία ο ιερομόναχος της Μονής Αθανάσιος, συνεχίζοντας το έργο του προκατόχου του και την ιεράν αποστολή της Μονής.





Η Μονή από τα αριστερά